αρχή του 1

διασχίζω την πλατεία, το κεφάλι άλλη μια φορά στη θέση του, υποστηρίζει την κάθετη ευθεία που δημιουργεί το σώμα, βήμα βήμα βήματα πόδια τριγωνάκια όου συναντάω παγκάκι με το βλέμμα αριστερά, κάθεσαι κάθεστε ξανά εκεί, φιλάς σε φιλάει έντονα, υπότιτλοι κάτω απ΄το κυκλάκι σας  γράφουν ππάθος πάθος σε θέλω μμ ππάαθος, γυρίζω το κεφάλι απ΄την άλλη το κυκλάκι γίνεται μάλλον καρδιά, σκέφτομαι σκατά σκάτα να σκάσει θα τη σκάσω σκατάα, λοιπόν δεν κοντοστέκομαι, συνεχίζω κάποιες βδομάδες πριν από αυτό, μπαίνω στο λεωφορείο, βρέχει δε βρέχει συμφωνώ ότι βρέχει σημασία δεν έχει, μόνο ο ήχος στις ρόδες με εκνευρίζει, στέκομαι όρθιος δίπλα στο παράθυρο, κοιτάζω μπροστά εισέρχεσαι, τά μαλλιά ενοχλούν τις βλεφαρίδες και το χαμόγελο ναι το χαμόγελο κάνει αόρατα όλα γύρω σου όλα γύρω μου όλα γύρω του, οκ συμβαίνει να μη μπορώ να επανέλθω, επανέρχομαι όταν η στάση μου προηγείται της δικής σου, κατεβαίνω σε χάνω, φθάνω δίπλα στην είσοδο της πολυκατοικίας μου, η ταμπέλα γράφει υπέρβαση, κόβω απότομα μέσα, είναι καλοκαίρι πιο καλοκαίρι, σε συναντάω στο γρασίδι, απέναντι μεγάλη σκηνή, ήχοι έρχονται στα αυτιά μας, εικόνες στα μάτια μας, εντυπωσιακό αλλά εγώ παρατηρώ εσένα δίπλα, κάποιος φτύνει όλη τη μπύρα στο πρόσωπό σου, γελάς χορεύεις, σε πλησιάζω σου ψιθυρίζω κάτι, απαντάς κάτι, δεν με αναγνωρίζεις και ντάξει ναι πως να γίνει αυτό αφού δεν με γνωρίζεις, η ώρα περνάει, κάποιος αναλαμβάνει να με γυρίσει σπίτι, κάποιος το ίδιο και σένα:

εγώ αυτοκίνητο - εσύ μηχανάκι
εγώ ζώνη - εσύ αγκαλιά στην πλάτη
εγώ ξάδελφος - εσύ σκιά

γλιστράει η  εποχή και φίλοι δημιουργούν φίλους, συναντιόμαστε σε  υπερυψωμένο ισόγειο μπαλκόνι, μαγικό ραβδί μας δίνει τη γεια καλά είσαι;; χροιά, τη χρειάζομαι δεν τη χρειάζομαι έλα ναι ναι ρε τη χρειάζομαι την αποκτώ, φίλοι γεννούν φίλους μαζί και τις εντυπώσεις, ξεδιπλώνω το χώρο, σημειώνω κινήσεις, ανοίγομαι στο χορό, απλώνομαι στην επιφάνεια, έι σημαίνει τί αυτό; τέλοσπαντων πάρτυ πάρτυ τουαλέτα φιλί εμετός φροντίδα αγκαλιά ύπνος στην πολυθρόνα, σε λίγο το ταξίδι είναι πάντα τρίωρο και σε περιμένω στα σκαλοπάτια, προράμπο με πουκάμισο και μπαμπά ασύρματο σε ίου ίου περιπολικό έρχεται κοντά μου έχοντας σκοπό να ζουζουνίσει, σηκώνομαι σαν μπάμιας, έρχεσαι από την γωνία, απογοητεύεται, εξαφανίζεται, γελάμε, γελάμε στο ασανσέρ, μπαίνω στο διαμέρισμα, ενα cd παίζει για να ακούει το σπίτι, τώρα ακούω κι εγώ, μπαίνεις στην κουζίνα, έρχεσαι απ'το υπνοδωμάτιο, λιγότερα ρούχα, λιγότερα περιθώρια, καμπάνάκι λέει σε θέλω με ρούχα, καθόμαστε στον καναπέ, τώρα το κεφάλι σου πάνω απ΄το κεφάλι μου, έρχεται πιο κοντά, ανάποδα, ηλεκτρισμός, πλάγια ηλεκτρισμός, ηλεκτρισμός ηλεκτρισμός, η εικόνα παγώνει οκ την παγώνω και την εκτελώ δηλαδή την επαναλαμβάνω στο άπειρο, τα ρουθούνια στο λαιμό, περνάμε στη γεύση, στη γεύση ναι στη γεύση στα κλειστά μάτια, στα  ανοιχτά χέρια, στις σκέψεις, στα παραλίγο πρωινά ξυπνήματα, βρίσκουμε άλλα, μα χάνουμε τις θέσεις μας, κυνηγάμε τις κλήσεις, τον υπολογιστή, τις μπύρες, την εξεταστική περίοδο, διάβαζουμε το χρόνο μας, ακούμε τις φωνές μας, απολαμβάνουμε τον ήχο τους, χαμογελάμε δε γελάμε, νιώθουμε μέσα απ΄τις σημειώσεις μόνος μου, ανάσα μέσα σε κάτι που αμφίδρομα δε ζει, δε συγκλίνει σε δύο δρόμους αλλά σε ένα μονοπάτι, κι ας είναι εκείνο το ξημέρωμα έλα ρε το πρωινό το πρωινό το τελευταίοοο, κι ας κοιτώ τη μέρα που έφτασε απ΄το παράθυρο, κι ας είναι τα γόνατα σου στην ίδια ευθεία με το σαγόνι μου, κι ας είναι τα γόνατα σου στη ίδια ευθεία και λίγο πάνω από τη μύτη σου, κι ας ζωγραφίζεις κάτι που θα βρω μετά σε σακούλα στο υπόγειο, ουφ ναι κάπως όρθιος τώρα δηλαδή μετά από λίγο, κάθομαι στην παραλία, καπνός αντί για νερό, νερό αντί για δέρμα, ξεκουράζομαι στο ευτυχία σημαίνει να ξεχνάς, συνεχίζω, απολαμβάνω αδιαφορία λόγω τράπουλας ή παρέας, ντριν τηλέφωνο που χτυπάει ανάμεσα στα πόδια μου, λέει καληνύχτα να τα πούμε στο δρόμο χωρίς γεια μέτα, με γεια στην αρχή, στρώμα ημίδιπλο, πάτωμα μόνο, μεταλλικό ράντζο μονό, μόνο στον ύπνο μου βλέπω να πετώ, να πέφτω, να καίω μέσα στο σώμα , να ξυπνάω στο σύγκρυο-διαπερνόντας δύο φύσεις και μηδέν στύση- και πριν γίνουν όλα αυτά να φωνάζω δυνατά το όνομα σου, χωρίς φτερά -ψηλά- με παρέα το γαλάζιο και τη μυρουδιά της αλμύρας να μου θυμίζει που γεννήθηκα και που πεθαίνω, αν πεθαίνω


[ σεπτέμβρης 2014 / akira mushi /taeras / tzelabella ]