κατεύθυνση

ρολόι σπάει, λεπτοδείκτης πάνω μου άτσαλα ξεσπάει, ωροδείκτης επιδοκιμάζει, δευτερολεπτοδείκτης αποδοκιμάζει, τεντώνεται, με χαϊδεύει, ο δείκτης μου τον αγγίζει, παρέα με αντίχειρα τον πιάνουν, τον τραβάνε, τον ξεριζώνουν, τον πετάνε κάτω, τον πατάω, τον λιώνω επιδεικτικά στο πάτωμα, σιωπή πέφτει σιωπή, ακούγεται η φράση είσαι μεγάλο αρχίδι, δεν πτοούμαι, κλωτσάω τους εναπομείναντες δείκτες, τους στραπατσάρω, ξεψυχάνε, ο ένας τώρα δείχνει το ψυγείο, ο άλλος τη μπαλκονόπορτα, οι αριθμοί πανικοβάλλονται, παίρνω πηρούνι ή κάτι τέτοιο και τους τρυπάω στη σειρά αριστερόστροφα, ολοκληρώνω, κρατάω την επιφάνεια με τις δώδεκα τρύπες στις παλάμες μου, πάω στο δωμάτιο την πετάω φρίσμπι απ΄το παράθυρο να πάει να βρει ένα βρακί που'χει πέσει απ΄τη μπουγάδα απέναντι πάνω σε δέντρο, οι δείκτες όμως γίνονται έλικες, όου γίνεται ελικοπτεράκι, παίρνει ύψος, παίρνει ύψος, σκατάα παίρνει ύψος, πετάει, πετάει, σατανίζομαι αλλά καπάκι σκέφτομαι ε μωρέ α ο α εαας πάει στο καλό, ο ήλιος πέφτει πίσω από κεραίες και θερμοσίφωνες ενώ τη βλέπω να χάνεται στο βαθύ κόκκινο μέσα του, γεια