σπεύδε αθηνέως

ανεβαίνουμε αργά γοργά τις σκάλες, έχεις υποσχεθεί στο σώμα και στην ηλικία σου ότι δε θα σταθείς ξανά σε κυλιόμενες-για όσο πάει ρε φίλλλε για όσο μπο μπορρ μπορώ ρε μαλλλέκα, βγαίνουμε στο δρόμο περπατάμε δηλαδή περπατάω στο πεζοδρόμιο, φανάρι εμφανίζεται κάθε δέκα δεκαπέντε βήματα, μου λέει μία να κινηθώ μία να σταματήσω, στη συνέχεια διάβαση, λαμπερή φρέσκια και λίγο σκατένια στις άκρες,  ξαπλώνει ναι απλώνεται μπροστά μου, γλυκά μού σημειώνει: έλα ζουζούνι διέσχισε άνετα, διασχίζω -οκ- χαλαρός χαζεύοντας τις κλούβες τους φοιτητές και τις πωλήτριες απέναντι, αυτοκίνητο περνάει από πανω μου, μηχανή περνάει από πάνω του, ποδήλατο περνάει από πάνω τους, στην κορυφή κολώνα μέσα σε στολή ανεμίζει τη σημαία της πόλης μας