έτοιμο το χάδι

Θυμήθηκα χτες τον άγλο συρραφέα τζον.Ήμουν θυμάμαι βαρύς το καιρό εκείνο και συνήθιζα να αργοσχολιάζω σε υπόγεια βιβρ βιβλιοπωλεία κάτω απ΄το ναό των αθηνών.Μια μέρα έπεσε το μάτι σε ένα κομμάτι χαρτί που πίσω του υπήρχαν άλλα τόσα όσα και τα δάκτυλα δέκα νεογνών ή και ανθρώπων.Όμορφο σκέφτηκα και έκανα να το πιάσω.Η σκόνη μέχρι εκείνη την στιγμή αποτελούσε μονάχα λέξη.Έτσι αφου /πρώτον,ρώτησα τον οδηγό με τα γυαλιά στην μύτη με ποιο τρόπο θα λυτρωθώ από δαύτη,δεύτερον πήρα μία απάντηση απ΄τον ίδιο με τα γυαλιά πιο ψηλά στα μάτια ή κάτω στο ξύλινο τραπέζι και τρίτον,εκτέλεσα/βρέθηκα μπροστά στην λάμψη του επωνύμου τζον,του ονόματος γκερμ και του τίτλου υπο, με την ονομασία:κατασκευή.Ο υπάλληλος που κάθόταν όλη την ώρα δίπλα μου ταιριάζοντας την πούλι του με ένα τόμο του ντρε μπαρίς,φάνηκε να αντιδρά που δεν είχε ανακαλύψει πιο πριν οτι με σάστιζε εκείνη την ώρα και τις επόμενες γενναίες των γενεών.Τουτη η πριζόλα έχει πολύ αίμα τόνισα στο πουκάμισο μου.Ο υπάλληλος ο οποίος με παρακολουθούσε έντρομος βιάστηκε να συμπληρώσει: ξύγκι να μην έχει, και για τον λόγο αυτό απομονώθηκα και τον παρεγκομίασα εντελώς αστεράκι.Αστεράκι:η λέξη παρεγκομιάζω κλείνεται σε κατσαρόλα και τηγανίζεται σε εσωτερικό τηγανάκι τύπου F185,.Οτι προκύψει δεν γίνεται βλογ ούτε εσύ που το διαβάζεις πατερ ημών.Τα χρόνια τα παλαιά οι άνθρωποι-γέροι χρησιμοποιούσαν την λέξη για σκωπτικούς λόγους έχοντας θερμάστρες και βι άι π ιεροράφους της εποχής αγκαλιά.
Πριν πω καπάκι,το μήνυμα ελήφθει:ΨΩΛΗ ΝΑ ΠΕΙΣ(επιτέλους έβαλε ελληνικούς χαρακτήρες το τζουτζούκι μου) Τ ΑΥΤΙ ΣΟΥ ΡΕ ΒΛΑΚΑΑΚΑ.ΚΑΙ ΘΑ ΦΩΝΑΖΩ ΟΣΟ ΘΕΛΩ.ΑΚΟΥΣ ΕΚΕΙ ΑΦΟΥ ΔΕΝ ΑΚΟΥΣ ΚΟΥΦΑΘΗΚΕΣ.Ε ΠΑΛΙΟΓΕΡΟ.ΑΚΟΥΣ ΤΟ ΚΩΛΟ ΜΟΥ(έχουμε μάλλον το ίδιο προβλημα με το ν,δεν ξέρουμε που μπαίνει γιάυτό και το βγάζουμε από παντού,εκείνη δικαιολογείται..αρχιτέκτων,εγώ όμως ένα πρόβατο μα πως;)ΟΜΠΡΕΛΑ.ΘΑ ΧΟΥΜΕ ΤΗ ΚΟΙΛΙΑ ΣΟΥ ΡΕ.
Συνέχισα στο ταμείο,ο κύριος οδηγός κοστολόγησε και αποφάνθηκε 8 ευρώ.Μια χαρά σκέφτηκα μόλις πριν απο λίγο είχα πουλήσει τα άπαντα του ρον λεμάμι 9 ευρώ,έξω απ΄τον ναό στον ανταγωνιστή του,με την κλούβα.Θα μου έμενε και 1 ευρώ να δώσω στον δημογέροντα μέσα στο γραφείο που ελεούσε.
Γύρισα σπίτι.Η τσάντα που είχε ρίξει μέσα το εκλεκτόν ο οδηγός, μοσχοβολούσε τα γνωστά αρώματα του μαγαζιού.Ωρα να αναπνεύσει και το σπίτι μου σκέφτηκα.
Μία χαρά και δύο ώρες πριν απ'όλα αυτά είχα ξεκινήσει να γράφω μέχρι και την επόμενη πρόταση μετα τούτη αυτή παπαπαμ την τελεία να τη.Λέω να παω να ψωνίσω κανά βιβλιαράκι, να πουλήσω και ένα άλλο που χρειάζεται μόνο για να στηρίζει τα υπόλοιπα.