ως πιο νέα προτεραιότητα πράξης

χτες ήταν σάββατο σήμερα παρασκευή, παρασκευή τού βράδυ προπαρασκευή τού είμαι, διάλογος εμφανίζεται με τη δημιουργία προσωρινού θόλωματος στο τζάμι και φωτίζεται με φωτεινή φωτεινούλα υδρόγειο υδρόγειος μη σφαίρα:

-θες κάτι;
-ναι σαφώς
-οκ σου δίνω διαλυτικά στο είμαι
-οκ τα βλέπω, τα παίρνω, τα ρέστα μου αλλά ρε μου τα'χεις ξαναδώσει
-ε εντάξει δεν πειράζει
-οκ

την επόμενη ίδια σήμερα κυριακή μέρα, αρκετά πολυπρωί ξυπνάω δηλαδή σηκώνομαι τραβάω τις κουρτίνες δεν μπαίνει φως μονάχα εντολές ή σηκώνομαι τραβάω τις κουρτίνες ξυπνώ και με ξυπνάω και οκ λέω να πάω ως το φούρνο ας πάω ως το φούρνο, καλώ το ασανσέρ έρχεται ανοίγω μπαίνω, ανακατεύομαι γιατί μοιάζει να έχει χυθεί κάτω στο πάτωμά του ποσότητα καπουτσίνο γαλάτε τάτε tate και να έχει σφουγγαριστεί με μίγμα μέιγμα μείγμα χλωρίνης και ξεχασμένου δύο μέρες νερού στον κουβά οπότε μυρίζω τα δάχτυλά μου που μυρίζουν μακράν μακρόν μακαρόν καλύτερα, φτάνω κάτω βγαίνω στην πιλοτή κατευθύνομαι αριστερά στο δρόμο, παρατηρώ στη διπλανή πολυκατοικία της πολυκατοικίας  ότι το κουκλάκι αρκουδάκι σκυλάκι που ήταν πεσμένο πλάγια παρατημένο στο άδειο μπαλκονάκι του υπερυψωμένου ισογείου διαμερίσματος και το έβλεπα καθώς περνούσα άλλες μέρες ναι το βλεπα έτσι πεταμένο διερχόμενος σκεφτόμενος αντιμαινόμενος επισκεπτόμενος και σκεφτόμουν σνιφ κλαψ λυγμ,ναι ναι αυτό το σκυλάκι αρκουδάκι κουκλάκι κάποιο χέρι ατόμου το σήκωσε δηλαδή το ανασήκωσε και τώρα όρθιο κοιτάει τους περαστικούς άρα και μένα αυτή την στιγμή οπότε σκέφτομαι ότι μάλλον αυτό είναι το πιο υπέροχο που είδα δεν είδα φέτος, συνέχισα έφτασα στο φούρνο πήρα κάτι αλμυρό το έφαγα περπατώντας, δεν μου έφτασε και κατευθύνθηκα σε άλλο φούρνο πήρα κάτι γλυκό και το έφτασα μέχρι την επιστροφή στο διαμέρισμα, εκεί έφτιαξα αυτό το καφέ ντεκαφέ που εκείνος ο μπούφος στο 8ωρο κορόιδευε λέγοντας ότι δεν είναι καφές αυτός αλλά όταν του πα στον ύπνο μου ότι ρε παλιομαλάκα σκατένιε είναι καφές μια χαρά καφές ειναι τότε είπε ότι οκ μπορεί ναι είναι εντάξει, λοιπόν καθώς έπινα αυτό το τον καφέ σκέφτηκα 
πως σε λίγες ώρες νυχτώνει νωρίς οκ σουρουπώνει νωρίς ίσως φάω αργά και μετά πιο αργά κοιμάμαι και και το επόμενο πάλι ξυπνάω αρκετά πρωί ώστε να βρεθώ στο περνάω προσπερνάω με φουλ ηλεκτροκίνηση τον ισθμό τον οποίο παλιότερα χρησιμοποιούσαν ως θήκη για αγαπημένα λίστα με τα καλύτερα του κρόνου ή ως σκαλοπάτι επόμενη πίστα, λοιπόν καθρεφτάκι στα γεγονότα εντάξει καθρεφτάκι καθρεπτάκι και στα πρόσωπα,έρχεται η στιγμή ταξιδεύω αν και τώρα ταξίδι δεν πιάνεται αυτό οκ κοιτάζω έξω μωρό μώρο μωρό μου ναι κοιτάζω αλλά αντί για έξω βλέπω αντανάκλαση μάγουλο μάτι μαλλί κοκορόφτερου τσόκι κοκορίκου  και πίσω κύριο που παίζει στο mute αυτό που λέει σε άλλους κυρίους γιατί δεν θέλω να ακούσω, επόμενη στάση σταθμός προπροορισμός και με το τελευταίο φουλ νέο ηλεκτρονικό παλαμάκι παλαμάμα της χρονιάς μου, αυτόματη μεταφορα στο προορισμός δηλαδή στο να μην ξυπνάω ύστερα από γιορτές ή στο να! ξυπνάω πριν ή μετά από γιορτές, με ξαναπαίρνει ο ύπνος σε στάση ημικαναπέ και όταν ξυπνάω σκέφτομαι ότι η βδομάδα που πέρασε περνάει ήταν αυτή η βδομάδα μεταξύ χριστουγέννων και πρωτοχρονιάς όπως πρωτοσημειώθηκε στις 28 δεκέμβρη του 2015 και αποτυπώθηκε ως προτεραιότητα πράξης ναι ήταν αυτή η βδομάδα και είναι ακόμα λίγο γιατί:


α) καθώς ετοιμάζομαι να βγω, βλλλέπω κοινόχρηστα να ξεκλειδώνουν να μπαίνουν να ξανακλειδώνουν, να μου κάνουν ανάλυση της κατάστασής τους, να λένε χρόνια πολλά μάγκα και τέλος να ξαπλώνουν χαλαρά κάτω από κλεδιά, μισοφαγωμένο μπισκοτάκι, λαστιχάκι και μολυβάκι ικεαρ


β) καθώς ξεκλειδώνω και κλειδώνω, πάνω στην πόρτα παρατηρώ χαραγμένο μήνυμα από τρίγωνο κάλαντο που λεει παλιοαρχίδι άλλη φορά να ανοίγεις όταν σου χτυπάμε, μπινέ ναι και μη πεις ότι δεν ήσουν μέσα, ακούγαμε που έβραζε η καφετιέρα, παλιολέρα

γ)καθώς κατεβαίνω με το ασανσέρ παίζει αντίστροφη αντιστοίχιση μέτρηση ορόφων 5 4 3 2 1 και αντί για ισόγειο, καλή χρονιά και φωνητικό μήνυμα από δήμαρχο αθηναίου

τελοσπάντων βγαίνω στο δρόμο, αέρας άερι αέριαλ σκουπιδιού μαζί με άχνα από κάτουρα κάνουν τη βραδιά που έρχεται μαγική μαγική μαγεμένη, περπατάω αιθαλοπερπατάω, στολές πάνω σε μηχανές με σταματάνε στο επόμενο στενό μού λένε ψιτ που πας εσύ, ξεμπερδεύουμε γρήγορα γιατί τις εξαφανίζω με το τελευταίο παλαμάκι που έχω γι'αυτό τον χρόνο, συνεχίζω βήμα βήμα βηματάκι φθάνω στην στάση, υπάρχει δηλαδή επικρατεί μια κάποια ένταση, κύριος απευθύνεται σε κύριο, επικαλείται κύριο, σατανίζεται, ζητά ενεργοποίηση ειδικού μηχανισμού αναγνώρισης άσκοπης χρήση κόρνας ο οποίος όταν αντιληφθεί κάτι τέτοιο, αυτόματα παίρνει τον ήχο της και την ίδια την κόρνα και τα τοποθετεί παρέα με κάποια ανταλλακτικά, στον κώλο του οδηγού, το τρόλεϊ έρχεται, δεν είναι αυτό που θέλω αλλά μπαίνω, κάθομαι όρθιος στη φυσαρμόνικα, νεαρός γίγαντας πλησιάζει, μου καρφώνει βύσμα στο κεφάλι, φοράει τις ψείρες του, με φωτίζει, με κάνει scroll down, χτυπάει ποδαράκι στο ρυθμό της άγιας trap νύχτας, παρατηρεί ότι έχει ένα νέο μήνυμα οπότε μου πατάει το μάτι, διαβάζει, εκνευρίζεται, μου το βγάζει, με βάζει στο τσεπάκι του, στην επόμενη στάση κατεβαίνουμε, κάπως ξεγλιστράω, τζαμαρία γρηγόουρη με παρακινεί να μπω στο χωριό του άι όου άου βασίλη που είναι εκεί κοντά, την κοιτάζω με μισό μάτια αλλά ντάξει ναι το παίρνω απόφαση ας μπω, μπαίνω, φθάνω στο παγοδρόμιο, προσπερνάω, κάπως χάνομαι σε σκοτάδια, ακούγεται que sera sera, ομάδα πατημένων προφυλακτικών με προσεγγίζει, ο αρχηγός τους μου συστήνεται ως du du ru again, με ρωτά τι δουλειά έχω εδώ, απαντάω ότι χάθηκα, μου λέει ότι δεν είναι κάτι που θα 'πρεπε να συμβεί αλλά γιαυτό είμαστε εμείς εδώ, σφυρίζει δυνατά λοιπόν στην ομάδα του, αγκαλιάζονται αδελφικά, στέκονται έτσι πλάι πλάι, τεντώνονται, δημιουργούν μια αστραφτερή γέφυρα μιας και τα περισσότερα φωσφορίζουν, μου λένε έλα διέσχισε και θα βρεθείς εκεί που επιθυμείς δηλαδή εκεί που πρέπει να επιθυμείς στο ένα πρέπει που πρέπει, οκ λέω, συγκινούμαι κάπως, τα χαιρετάω με γροθιά και κλίση αγκώνα στον αέρα, ξεκινάω να βαδίζω πάνω τους, συνεχίζω αυτό για ώρα μέχρι που φθάνω σε ταράτσα πολυκατοικίας, με καλωσορίζει τζων που μην παρεξηγιέσαι ρε δεν είναι πρόσωπο είναι, σκέφτομαι ότι είναι τέτοιες μέρες που είναι τέτοιες τέτοιες που που που πρέπει να συμφιλιωθώ ακόμα και με τζων, του δίνω το inner χέρι μου ντάξει το χέρι μου, με οδηγεί σε ξαπλώστρα, φέρνει το καλοκαίρι και κάτι δροσερό να πιω, η ώρα περνά, χαλαρώνω, η νύχτα δεν περνάει, απλώνεται, απλώνομαι μέσα της, οπότε τώρα ναι δε φαίνομαι καθόλου, είμαι οπουδήποτε, είμαι οποισδήποτε, ταυτόχρονα σκέφτομαι ότι αυτό ήμουν είμαι και πριν οπότε εγκαταλείπω, σηκώνομαι απ΄την ξαπλώστρα, κλείνω μάτι στον τζων, κατεβαίνω στο δρόμο όλα συμβαίνουν στο δωμάτιο