αποδοχή 2017

ξεκίνημα στο σχεδόν όπως πέρυσι δηλαδή: αριστερά στην υγειά μούας, δεξιά στην υγειά μουώ, απέναντι τοίχος, πίσω τοίχος, μέσα τείχος, σε λίγο -ή ντάξει πολύ περισσότερο απο λίγο- ύπνος, το άλλο πρωί ξυπνώ δηλαδή ξυπνάω με ηχάκι ήχο κινητό ξυπνητήρι, διαβάζω με λιγότερο από μισό μάτι κείμενο που τον συνοδεύει: σουπίτσα αανανά αλητάκι μπερ, αναζητώ για λίγα λεπτά το λόγο που γράφω τέτοιες πίπες μιας και αυτό το κείμενο το' χω για ξυπνητήρι όλο το χρόνο που πέρασε, ηρεμώ καταλήγοντας στο γεγονός πως ρε οκ δεν το κάνω επειδή πάσχω από σύνδρομο αυτόματης ή ημιαυτόματης γραφής αλλά είναι έτσι μια κίνηση, ζουζουνέ κίνηση ρουτίνας, για να μου ανεβαίνει η διάθεση όταν χρειάζεται να ξυπνήσω με αυτό το τρόπο, η αλήθεια είναι πως παλιότερα χρησιμοποιούσα κι άλλους τέτοιους τρόπους, όπως:
α) σοκολάτα υγείας ή κάποιο πολύ γεμιστό μπισκότο, δίπλα στο ξυπνητήρι
β) ένα ξυπνητήρι που χτυπά κανονικά την ώρα που πρέπει να σηκωθώ και ένα ξυπνητήρι που χτυπά δύο ώρες πριν την ώρα εκείνη, ώστε όταν χτυπήσει την πρώτη φορά και ανοίξω τα μάτια με διάθεση κολύμπι μέσα σε κακά γίγαντα, να δω την ώρα και να πω ωω καύλα έχω άλλες δύο ώρες ύπνο και έπειτα να ξαναπέσω ανακουφισμένο
γ) ήχος ξυπνητηριού το όταν θα βγω στη σύνταξη του δημοσιοϋπαλληλικού ρετιρέ


τέλοσπαντων δεν πιάνει τόπο το κείμενο, σηκώνομαι πρώτη μέρα του χρόνου σέρνοντας τα πόδια ντάξει ναι ρε σαν κώλος εντελώς οκ, σκέφτομαι ότι αυτό το ξυπνητήρι μπήκε για να πάω σε ένα τραπέζι, κοιτάζω ξανά την ώρα, ευτυχώς σηκώθηκα στην ώρα μου και θα πιω καφέ και όχι καφέ με πατάτες στο φούρνο για πρωινό, λοιπόν για φέτος είπα να πίνω μόνο τον γνωστό ως ανθοτούρκικο ξανθελληνικό καφέ, ευτυχώς εμφανίστηκε γκαζάκι στο τραπέζι της κουζίνας και δε θα λιώσω παρέα με όλη μου τη ζωή περιμένοντας να βράσει ο καφές σε μάτι κουζίνας ή μάτι μερίδα, ετοιμάζω το μπρίκι το αφήνω λίγο να κάψει, ρίχνω νερό θα τον κάνω διπλό ναι ναι και γαμώ κόλαση κόλαση, βάζω τις δυο και κάτι κουταλιές ζάχαρη μετα τις δυο και κάτι κουταλιές καφέ, θα τον κάνω μέτριο αλλά καλό (όπως λέγαμε μερικά αρκετά χρόνια πριν με τον μανώλη), ανακατεύω αριστερόστροφα αφου λιώσουν λίγο, δυστυχώς η φλόγα ειναι μέτρια κι αυτή γιατί υποθέτω το γκαζάκι είναι στα τελευταία του οπότε ναι τελικά πρέπει να κάνω υπομονή, ντάξει κάνω και σκέφτομαι έτσι κάπως αυθόρμητα πως δεν συζητήσαμε χτες βράδυ και κάπως σκέφτηκα πως θα το σκέφτηκες ότι δεν συζητήσαμε χθες βράδυ ενώ ίσως θα ήταν προτιμότερο να σκεφτώ γιατί δεν συζητήσαμε χθες βράδυ όσο ήταν ακόμα χτες βράδυ  και κάπως με ένα τρόπο να συζητούσαμε, λοιπόν αντί να συζητήσουμε, παρασύρθηκα από ένα βίντεο, στη συνέχεια από ένα άλλο, τέλος από ένα τρίτο τού οποίου η διάρκεια ήταν αρκετά μεγάλη για τις αντοχές μου, έτσι αν και δεν κατάλαβα πως και πότε ήρθε αλλά όταν ήρθε η μαύρη κατάμαυρη προφύλαξη οθόνης ήταν επόμενο να επικρατήσει, το δωμάτιο σκοτείνιασε αρκετά, όχι τόσο για να χρειαστώ την νυχτερινή μου όραση άλλωστε ντάξει τι να λέμε τώρα όλο μαλακίες όλο μαλακίες ναι είχα ξοδέψει όλα τα μαγικά παλαμάκια τού μήνα, τα νέα δεν είχαν προστεθεί ακόμα αν και θα 'πρεπε γιατί είχε ήδη μπει ο μήνας, όπως και να'χει ντάξει  δεν ξεχνάω ναι δεν παραβλέπω το γεγονός ότι και η ίδια η νυχτερινή μου όραση ήταν απενεργοποιημένη (ντάξει ντάξει για να λέω την αλήθεια δεν την είχα πληρώσει και μου την είχαν κόψει), λοιπόν τα δάχτυλα των ποδιών μου έκαναν κρακ με συχνότητα επιλογής μου, αντιλαλούσαν μέσα στις καλτσοπαντόφλες και ο ήχος που έφτανε στα αυτιά  έμοιαζε κάπως μπουκωμένος οπότε θεώρησα σωστό να βγάλω λίγα μπάσα και το έκανα  αλλά η κίνηση μου δεν απέδωσε δυστυχώς και το μπούκωμα μεταφέρθηκε -σαν τιμωρία στιγμής- στη μύτη, σκατάα ντάξει  δεν είχε και τόσο σημασία τελικά, όπως δεν είχε σημασία και για τα μάτια, αν δηλαδή ανοιγόκλειναν γρήγορα αργά ή έκαναν αυτό το τικ που γουρλώνουν ταυτόχρονα με τα ρουθούνια, όχι ούτε αυτό είχε ενδιαφέρον ούτε και το άλλο το ότι ένιωθα κάποιους παλμούς στο σώμα, μία πίσω απ΄το γόνατο, μετά πάνω απ'τον αγκώνα, έπειτα όπου να 'ναι παντού παντού, ντάξει νομίζω είχες πει ότι είναι απ'το άγχος όλα αυτά ρεεε και σου είχα απαντήσει ότι δεν έχω τόσο όσο νομίζεις και ειδικά αυτή την εποχή είμαι δηλαδή νιώθω χα χαλαρός, όπως και να'χει ο μόνος ήχος που ακουγόταν τώρα ήταν εκείνος του απορριματοφόρου ή κάποιου διαστημόπλοιου απ' έξω ναι απ΄το δρόμο, με βάση αυτό υπολόγισα τι ώρα είναι στο περίπου ακριβώς κι αμέσως μετά θεώρησα σωστό το πρώτος φως εκτός από αυτό της τελείτσας κάπου πλάγια αριστερά της οθόνης και αυτό τού διακόπτη τού πολύμπριζου, λοιπόν ναι το πρώτο φως που θα έβλεπα να κάνει την εμφάνισή του θα το ονόμαζα σε θέλω αλλά (και φέτος) ευτυχία σημαίνει να ξεχνάς οπότε αναρωτήθηκα πως θα το πω, πως να το πω, τελικά πριν προλάβω να βρω κάτι καλό για όνομα το φως ήρθε κάτω απ΄τη πόρτα όταν ο γείτονας μετά απο λίγο βγήκε απ΄το ασανσέρ, αντί για ονοματοθεσία λοιπόν εκείνη τη στιγμή κράτησα την αναπνοή μου χωρίς λόγο αλλά με σκοπό να μην καταλάβει πως είμαι ξύπνιος τέτοια ώρα και όταν τελικά ξεκλείδωσε μπήκε και ξανακλείδωσε πήρα ανάσα, πήγα και στάθηκα μπροστά στην μπαλκονόπορτα, σκέφτηκα ότι αν ήταν καλοκαίρι θα έβγαινε έξω να ψήσει ένα ουφ πριν κοιμηθεί αλλά είναι χειμώνας εντελώς χειμώνας σιγά μην βγει άρα ναι τώρα που θα ψήσει το ουφ του; μήπως το 'ψησε στο δρόμο, αλλα όχι αυτό ήταν το ουφ που προηγείται αυτού του ουφ που λέω, πουφ ναι οκ ίσως το ψήσει μέσα  κάτω απ΄τον απορροφητήρα γιατί αποκλείεται να ψήνει ουφ ελεύθερα μέσα στο σπίτι πχ στο σαλόνι ναι ναι το αποκλείω μιας και πρόσφατα ένα απόγευμα μπήκα τυχαία παρέα με ένα πελαργό στο ασανσέρ ο οποίος κρατούσε ένα πορτ μπεμπέ στα φτέρια και όταν  ρώτησα τι όροφο πάει για να πατήσω το αντίστοιχο μπουτόν, με πήρε απ΄τα μούτρα λέγοντάς μου τι θες; τι θε καριόλη; τι θες να μάθεις ρε κουτσομπόλη; αλλά άμεσως βαρέθηκε να το συνεχίσει  ναι οκ ντάξει ήταν και κάπως φορτωμένος οπότε μού είπε  ότι πηγαίνει στον όροφο που πήγαινα και ο όροφος αυτός έχει δυο διαμερίσματα, άρα αφού δεν ήρθε σε μένα πήγε δίπλα άρα ναι αρα χμ ναι ο γείτονας δεν θα ψήνει ουφ εντός του διαμερίσματος το αποκλείω ναι, όχι με τίποτα, τράβηξα λίγο το τζάμι και κοίταξα μέσα από αυτές τις σχισμές των ρολών, είδα - τι άλλο; - να αναβοσβήνουν φωτάκια στο απέναντι μπαλκόνι και ένα μίνι μέγκα άι όου βασίλη να ισορροπεί δίχως να αναβοσβήνει κάπου ανάμεσά τους, στη συνέχεια έβαλα ξυπνητήρι, ακούμπησα μάγουλο μαγουλάκι στο τζάμι αφού το έκλεισα, αχ το μάγουλο πάγωσε αλλά μ'άρεσε, το τζάμι γύρω θόλωσε και έτσι γλυκα με πήρε ο ύπνος πάνω του και να 'μαι ναμαι ναμαι τώρα φρεσκοκομμένος ετοιμάζω έναν (ίσως) φρεσκοκομμένο καφέ ο οποίος ωπ νάτος νάτος έτοιμος, το κουδούνι ξαφνικά χτυπάει, μού γαμάει δηλαδή μού σπάει και μου γαμάει λίγο τα νεύρα ως γεγονός, δοκιμάζω να ηρεμήσω στην στιγμή με μια άσχετη σκέψη κάπως αστεία δηλαδή ότι η ξαδέλφη μου όταν ήμασταν μικρά μικρά είπε στο τραπέζι για μένα ότι όταν μεγαλώσω θέλω να γίνω αδελφός του μάικλ τζάκσον, πιάνει όντως η σκέψη χαλαρώνω, σκέφτομαι λίγο αν όντως θα το ήθελα, χύνω αργά απαλά τον καφέ στην κούπα, πετυχαίνω σχετικά καλό καϊμάκι και πάω να ανοίξω την πόρτα άνετος πια μιας και οκ σήμερα και γαμώ ρε τουλάχιστον δεν λένε κάλαντα, πάω λοιπόν να ανοίξω να δω τι θα δω χωρίς να ρωτήσω τι έγινε;  ή τι είναι; ή σατανά σατανά; ανοίγω βλέπω τον γείτονα με ένα ουφ στο χέρι, χαμογελάει, λέει καλύτερη χρονιά γαμιόλη και αγάπυρ