προτεραιότητα πράξης

[τα δάχτυλα στην οθόνη, σε λίγο στον αέρα, σχηματίζουν πράξη σχηματίζονται από κίνηση, λοιπόν αφαιρείς δηλαδή αφαιρώ χρονολογία γέννησης από χρονολογία γεγονότος, βρίσκω ηλικία προσώπου, παρατηρώ ότι σε αυτή την ηλικία ειγώ ακόμα φώναζα απ΄την τουαλέτα έλα μαμά τέλειωσα ενώ το πρόσωπο έπινε μπύρα με καλαμάκι, δίδασκε δημιουργική ταφή στην παραλία  και αναμασούσε εξυπνάδες μέσα σε προτάσεις σαν κι αυτή, που αναγκαστικά βάζουν όλο το κείμενο σε αγκύλη και οδηγούν σε άνω κάτω τελεία και μια νέα παράγραφο εκτός] :
λοιπόν καθρεφτάκι στα γεγονότα εντάξει καθρεφτάκι καθρεπτάκι και στα πρόσωπα, κοιτάζω έξω απ΄το παράθυρο, νυχτώνει ναι οκ σουρουπώνει:

είναι αυτή η βδομάδα μεταξύ χριστουγέννων και πρωτοχρονιάς γιατί:

α) καθώς ετοιμάζομαι να βγω, βλλλέπω κοινόχρηστα να ξεκλειδώνουν να μπαίνουν να ξανακλειδώνουν, να μου κάνουν ανάλυση της κατάστασής τους, να λένε χρόνια πολλά μάγκα και τέλος να ξαπλώνουν χαλαρά κάτω από κλεδιά, μισοφαγωμένο μπισκοτάκι, λαστιχάκι και μολυβάκι ικεαρ

β) καθώς ξεκλειδώνω και κλειδώνω, πάνω στην  πόρτα παρατηρώ χαραγμένο μήνυμα από τρίγωνο κάλαντο που λεει παλιοαρχίδι άλλη φορά να ανοίγεις όταν σου χτυπάμε, μπινέ ναι και μη πεις ότι δεν ήσουν μέσα, ακούγαμε που έβραζε η καφετιέρα, παλιολέρα

γ)καθώς κατεβαίνω με το ασανσέρ παίζει αντίστροφη αντιστοίχιση μέτρηση ορόφων 5 4 3 2 1 και αντί για ισόγειο, καλή χρονιά και φωνητικό μήνυμα από  δήμαρχο αθηναίου


τελοσπάντων βγαίνω στο δρόμο, αέρας άερι αέριαλ σκουπιδιού μαζί με άχνα από κάτουρα κάνουν τη βραδιά που έρχεται μαγική μαγική μαγεμένη, περπατάω αιθαλοπερπατάω, στολές πάνω σε μηχανές  με σταματάνε στο επόμενο στενό μού λένε ψιτ που πας εσύ, ξεμπερδεύουμε γρήγορα γιατί τις εξαφανίζω με το τελευταίο παλαμάκι που έχω γι'αυτό τον χρόνο, συνεχίζω βήμα βήμα βηματάκι φθάνω στην στάση, υπάρχει δηλαδή επικρατεί μια κάποια ένταση, κύριος απευθύνεται σε κύριο, επικαλείται κύριο, σατανίζεται, ζητά ενεργοποίηση ειδικού μηχανισμού αναγνώρισης άσκοπης χρήση κόρνας ο οποίος όταν αντιληφθεί κάτι τέτοιο, αυτόματα παίρνει τον ήχο της και την ίδια την κόρνα και τα τοποθετεί παρέα με κάποια ανταλλακτικά, στον κώλο του οδηγού, το τρόλεϊ έρχεται, δεν είναι αυτό που θέλω αλλά μπαίνω, κάθομαι όρθιος στη φυσαρμόνικα, νεαρός γίγαντας πλησιάζει, μου καρφώνει βύσμα στο κεφάλι, φοράει τις ψείρες του, με φωτίζει, με κάνει scroll down, χτυπάει ποδαράκι στο ρυθμό της άγιας trap νύχτας, παρατηρεί ότι έχει ένα νέο μήνυμα οπότε μου πατάει το μάτι, διαβάζει, εκνευρίζεται, μου το βγάζει, με βάζει στο τσεπάκι του, στην επόμενη στάση κατεβαίνουμε, κάπως ξεγλιστράω, τζαμαρία γρηγόουρη με παρακινεί να μπω στο χωριό του άι όου άου βασίλη που είναι εκεί κοντά, την κοιτάζω με μισό μάτια αλλά ντάξει ναι το παίρνω απόφαση ας μπω, μπαίνω, φθάνω στο παγοδρόμιο, προσπερνάω, κάπως χάνομαι σε σκοτάδια, ακούγεται que sera  sera, ομάδα πατημένων προφυλακτικών με προσεγγίζει, ο αρχηγός τους μου συστήνεται ως du du ru again, με ρωτά τι δουλειά έχω εδώ, απαντάω ότι χάθηκα, μου λέει ότι δεν είναι κάτι που θα 'πρεπε να συμβεί αλλά γιαυτό είμαστε εμείς εδώ, σφυρίζει δυνατά λοιπόν στην ομάδα του, αγκαλιάζονται αδελφικά, στέκονται έτσι πλάι πλάι, τεντώνονται, δημιουργούν μια αστραφτερή γέφυρα μιας και τα περισσότερα φωσφορίζουν, μου λένε έλα διέσχισε και θα βρεθείς εκεί που επιθυμείς δηλαδή εκεί που πρέπει να επιθυμείς στο ένα πρέπει που πρέπει, οκ λέω, συγκινούμαι κάπως, τα χαιρετάω με γροθιά  και κλίση αγκώνα στον αέρα, ξεκινάω να βαδίζω πάνω τους, συνεχίζω αυτό για ώρα μέχρι που φθάνω σε ταράτσα πολυκατοικίας, με καλωσορίζει τζων, σκέφτομαι ότι είναι τέτοιες μέρες που είναι τέτοιες τέτοιες που που που  πρέπει να συμφιλιωθώ ακόμα και με τζων, του δίνω το χέρι μου, με οδηγεί σε ξαπλώστρα, φέρνει το καλοκαίρι και κάτι δροσερό να πιω, η ώρα περνά, χαλαρώνω, η νύχτα δεν περνάει, απλώνεται, απλώνομαι μέσα της, οπότε τώρα ναι δε φαίνομαι καθόλου, είμαι οπουδήποτε, είμαι οποισδήποτε, ταυτόχρονα σκέφτομαι ότι αυτό ήμουν είμαι και πριν οπότε εγκαταλείπω, σηκώνομαι απ΄την ξαπλώστρα, κλείνω μάτι στον τζων, κατεβαίνω στο δρόμο όλα συμβαίνουν στο δωμάτιο