ε!

Είπαμε καλό καλοκαίρι τέλη ιουλίου ενώ δύο καλά αγοράκια μας έριξαν στη θάλασσα, έτσι με τις πανοπλίες μας. Χαμογελάσαμε, γελάσαμε διώξαμε ό,τι ενοχλητικό μας  αφορούσε και λίγη ώρα αργότερα βρεθήκαμε στα βαθιά πίσω απ΄τη βάρκα του γείτονα. Το ένα φιλί έδενε το άλλο κόμπο και τα χείλη σχημάτιζαν εσωτερικά μπαλονάκια τα οποία φούσκωναν και ξεφούσκωναν ενώ μια γέφυρα ροζ αποτελούσε ισχυρό σύνδεσμο με ό,τι δε φαινόταν εξωτερικά. Τα μάτια παρέμεναν κλειστά μα ξαφνικά κάτι αστείο συνέβαινε και ανοιγόκλειναν στο υγρό αλάτι όταν η λάθος κίνηση μας έφερνε 30-50 εκατοστά κάτω απ΄τον αφρό. Το απόγευμα ίσως ήρθε, το φεγγάρι βγήκε αχνό, σχεδόν σκοτείνιασε και κολυμπήσαμε ως την ακτή. Το γυμνό θέαμα αποτελούσε μπιμπελό νεοχίπιδων μέχρι την στιγμή, σε ζεστή ακόμα άμμο όμως, εξελίχτηκε, διογκώθηκε σαν πόρος που πειράζεις και εξερράγει εν μέσω Περσείδων. Πολύ αργά το βράδυ ή βράδι, σε πήρα τηλέφωνο και σου είπα ό,τι είπαν τα γεγονότα.

(πρώτη περίπου δημοσίευση στο πέντεκαππα)